αλαφρόπετρα

αλαφρόπετρα
Σπογγώδης, ελαφριά, ηφαιστειογενής πέτρα, γεμάτη πόρους. Στη σύνθεση μοιάζει με το γυαλί, έχει πάρει όμως διαφορετική μορφή γιατί προέρχεται από υγρή λάβα που έχει κρυώσει απότομα. Βρίσκεται κυρίως στη Θήρα (Σαντορίνη) και στα ιταλικά νησιά Λίπαρι. Χρησιμοποιείται για το καθάρισμα διαφόρων σκευών και στην οικοδομική ως μονωτικό.
* * *
η
1. ελαφρός και σπογγώδης ηφαιστειογενής λίθος, η κίσηρις
2. (για πρόσωπα) ελαφρός, επιπόλαιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλαφρο-* + πέτρα.
ΠΑΡ. νεοελλ. αλαφροπετρίτης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αλαφρόπετρα — η ελαφριά και σπογγώδης πέτρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αλαφρο- — Γλωσσ. α συνθετικό λέξεων τής νέας Ελληνικής με μεγάλη παραγωγικότητα στη λαϊκότερη κυρίως γλώσσα, σε διαλέκτους, στη γλώσσα τής λογοτεχνίας, αλλά και στην κοινή νεοελληνική. Η προέλευση του είναι διττή: α) από το επίθ. αλαφρός (ελαφρός) στη… …   Dictionary of Greek

  • αλαφροπετρίτης — ίτισσα, ίτικο [αλαφρόπετρα] 1. αυτός που κατάγεται από το νησί Θήρα (όπου αφθονεί η ελαφρόπετρα) 2. επιπόλαιος, ανόητος …   Dictionary of Greek

  • ελαφρόπετρα — η αλαφρόπετρα, κίσηρις …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”